Σεπτέμβριος 2020
«Όταν έκλαψε ο Νίτσε» του Yalom
Ο Νίτσε δέχεται, μετά από σκηνοθετημένη επέμβαση φίλων, να κάνει μια πρώτη επίσκεψη ως ασθενής στον Μπρόιερ. Η συνάντηση των δυο μεγάλων μορφών του 19ου αι., έστω και φανταστική, προκαλεί το πνεύμα. Αλλά οι αντιστάσεις του Νίτσε είναι απίστευτες και η εξυπνάδα του εφευρίσκει τρόπους να αρνηθεί τη θεραπεία. Στην επισήμανση του Μπρόιερ ότι η ευεξία του σώματος δεν διαχωρίζεται από την κοινωνική και ψυχολογική ευεξία, ο Νίτσε περιγράφει με αξιοπρόσεκτη ακρίβεια τα σωματικά συμπτώματά του (117 μέρες το χρόνο βρίσκεται σε πλήρη αναπηρία και σχεδόν 200 σε μερική ανικανότητα!), αποφεύγοντας όμως προσεκτικά να μιλήσει για τη μελαγχολία, την απόγνωσή του, τα ψυχικά γεγονότα. Ο Μπρόιερ ακολουθεί διάφορες στρατηγικές για να αναγκάσει τον Νίτσε να ανοιχτεί, αλλά το μόνο που καταφέρνει να του αποσπάσει είναι το ότι έχει δείξει υπερβολική εμπιστοσύνη στους ανθρώπους κι ότι έχει προδοθεί τρεις φορές. Κάθε του άνοιγμα όμως σηματοδοτεί νέα απομάκρυνση
(Φρόυντ: απ’ ό,τι φαίνεται η εξουσία παρεμβαίνει και παρεμποδίζει το πλησίασμα.
Μπρόιερ: Ναι, ναι έχεις δίκιο Ζιγκ. Αυτό σημαίνει ότι ο Νίτσε θα ερμηνεύσει οποιαδήποτε έκφραση θετικών συναισθημάτων ως απόπειρα επιβολής εξουσίας. Έτσι γίνεται σχεδόν αδύνατο να τον πλησιάσεις. Νιώθουμε μίσος προς αυτούς που βλέπουν τα μυστικά μας και μας συλλαμβάνουν να έχουμε τρυφερά αισθήματα. Αυτό που χρειαζόμαστε εκείνη τη στιγμή δεν είναι συμπόνια, αλλά να ξανακερδίσουμε την εξουσία πάνω στα ίδια μας τα συναισθήματα).
Το παιχνίδι εξουσίας που βρίσκεται εξ ορισμού πίσω από τον γιατρό και τον ασθενή φαίνεται να τον τρομάζει.
Ο Μπρόιερ μπορεί να υποθέσει από τα λεγόμενα της Λου ότι υπήρχε μια έντονη και προδοτική σχέση με τη Λου και τον Πωλ Ρε. Δε μπορεί όμως να αποκαλύψει τη συνάντησή του με τη Λου και να δημιουργήσει άλλη μια σχέση προδοσίας (ο Νίτσε δε γνωρίζει για την επαφή Λου και Μπρόιερ). Ο Νίτσε από την άλλη, βρίσκει έξυπνους τρόπους να υπερασπιστεί την απόγνωσή του. Είναι ένας ασθενής που δηλώνει ότι …έχει ανάγκη την ασθένειά του, επιβεβαιώνοντας την άποψη ότι πολλές φορές «επιλέγουμε την ασθένειά μας»:
(σελ. 147:
-Αν έχω όφελος απ’ αυτήν την αθλιότητα; Εσείς λέτε ότι οι κρίσεις προκαλούνται από την ψυχική πίεση, αλλά καμιά φορά ισχύει το αντίθετο- οι κρίσεις διώχνουν την πίεση. Η δουλειά μού προκαλεί μεγάλη ψυχική επιβάρυνση. Απαιτεί να έρχομαι πρόσωπο με πρόσωπο με τη σκοτεινή πλευρά της ύπαρξης, και η κρίση της ημικρανίας, όσο φρικτή κι αν είναι, μπορεί να είναι ένας καθαρτικός σπασμός, που μου επιτρέπει να συνεχίσω.
(…)Έχω όφελος από τη κακή μου όραση. Εδώ και χρόνια δε μπορώ να διαβάσω τις σκέψεις άλλων διανοητών. Γράφω με αίμα, κι η καλύτερη αλήθεια είναι η αιματηρή αλήθεια!
Ο Νίτσε αποσβολώνει τον Μπρόιερ απαριθμώντας κι άλλες ωφέλειες από την αρρώστια του (ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη άχαρη πανεπιστημιακή καριέρα, ότι απαλλάχτηκε από το στρατό, όπου σκεφτόταν κάποτε να σταδιοδρομήσει, ότι απαλλάχτηκε από το σεξουαλικό πόθο) καταλήγοντας στο συγκλονιστικό:
Η αρρώστια μου μ’ έφερε επίσης πρόσωπο με πρόσωπο με την πραγματικότητα του θανάτου. Το φάσμα του επερχόμενου θανάτου ήταν μεγάλο κέρδος: δούλευα χωρίς ανάπαυση γιατί φοβόμουν ότι θα πέθαινα πριν τελειώσω αυτά που πρέπει να γράψω. Η γεύση του θανάτου στο στόμα μου μού έδινε προοπτική και θάρρος. Το θάρρος να είμαι ο εαυτός μου, αυτό είναι το σημαντικό.
(…) Θα έπρεπε να ευλογώ την αρρώστια μου, να την ευλογώ πραγματικά. (…) Θυμάστε την Τετάρτη, τη γρανιτένια μου πρόταση: «Γίνε αυτός που είσαι;» σήμερα θα σας πω τη δεύτερη γρανιτένια μου πρόταση: «Ό, τι δε με σκοτώνει με κάνει πιο δυνατό». Γι’ αυτό, το ξαναλέω, «Η αρρώστια μου είναι ευλογία».
Οι γρίφοι που βάζει ως εμπόδιο ο Νίτσε στον Μπρόιερ προκαλούν το πνεύμα του τελευταίου:
-Ένας άνθρωπος επιλέγει ακούσια την αρρώστια, επιλέγοντας έναν τρόπο ζωής που δημιουργεί πιέσεις. Όταν αυτές οι πιέσεις μεγαλώνουν ή χρονίζουν αρκετά, θέτουν με τη σειρά τους σε κίνηση κάποιο ευαίσθητο σύστημα οργάνων- στην περίπτωση της ημικρανίας, το αγγειακό σύστημα. Άρα, όπως βλέπετε, μιλώ για έμμεση επιλογή. Δεν προτιμάμε, ούτε επιλέγουμε, με τη στενή έννοια, μια πάθηση. Επιλέγουμε, όπως, την ψυχική πίεση, -και η ψυχική πίεση είναι αυτή που επιλέγει την αρρώστια!
Όταν έκλαψε ο Νίτσε
«Όταν έκλαψε ο Νίτσε» του Yalom
Ο Νίτσε δέχεται, μετά από σκηνοθετημένη επέμβαση φίλων, να κάνει μια πρώτη επίσκεψη ως ασθενής στον Μπρόιερ. Η συνάντηση των δυο μεγάλων μορφών του 19ου αι., έστω και φανταστική, προκαλεί το πνεύμα. Αλλά οι αντιστάσεις του Νίτσε είναι απίστευτες και η εξυπνάδα του εφευρίσκει τρόπους να αρνηθεί τη θεραπεία. Στην επισήμανση του Μπρόιερ ότι η ευεξία του σώματος δεν διαχωρίζεται από την κοινωνική και ψυχολογική ευεξία, ο Νίτσε περιγράφει με αξιοπρόσεκτη ακρίβεια τα σωματικά συμπτώματά του (117 μέρες το χρόνο βρίσκεται σε πλήρη αναπηρία και σχεδόν 200 σε μερική ανικανότητα!), αποφεύγοντας όμως προσεκτικά να μιλήσει για τη μελαγχολία, την απόγνωσή του, τα ψυχικά γεγονότα. Ο Μπρόιερ ακολουθεί διάφορες στρατηγικές για να αναγκάσει τον Νίτσε να ανοιχτεί, αλλά το μόνο που καταφέρνει να του αποσπάσει είναι το ότι έχει δείξει υπερβολική εμπιστοσύνη στους ανθρώπους κι ότι έχει προδοθεί τρεις φορές. Κάθε του άνοιγμα όμως σηματοδοτεί νέα απομάκρυνση
(Φρόυντ: απ’ ό,τι φαίνεται η εξουσία παρεμβαίνει και παρεμποδίζει το πλησίασμα.
Μπρόιερ: Ναι, ναι έχεις δίκιο Ζιγκ. Αυτό σημαίνει ότι ο Νίτσε θα ερμηνεύσει οποιαδήποτε έκφραση θετικών συναισθημάτων ως απόπειρα επιβολής εξουσίας. Έτσι γίνεται σχεδόν αδύνατο να τον πλησιάσεις. Νιώθουμε μίσος προς αυτούς που βλέπουν τα μυστικά μας και μας συλλαμβάνουν να έχουμε τρυφερά αισθήματα. Αυτό που χρειαζόμαστε εκείνη τη στιγμή δεν είναι συμπόνια, αλλά να ξανακερδίσουμε την εξουσία πάνω στα ίδια μας τα συναισθήματα).
Το παιχνίδι εξουσίας που βρίσκεται εξ ορισμού πίσω από τον γιατρό και τον ασθενή φαίνεται να τον τρομάζει.
Ο Μπρόιερ μπορεί να υποθέσει από τα λεγόμενα της Λου ότι υπήρχε μια έντονη και προδοτική σχέση με τη Λου και τον Πωλ Ρε. Δε μπορεί όμως να αποκαλύψει τη συνάντησή του με τη Λου και να δημιουργήσει άλλη μια σχέση προδοσίας (ο Νίτσε δε γνωρίζει για την επαφή Λου και Μπρόιερ). Ο Νίτσε από την άλλη, βρίσκει έξυπνους τρόπους να υπερασπιστεί την απόγνωσή του. Είναι ένας ασθενής που δηλώνει ότι …έχει ανάγκη την ασθένειά του, επιβεβαιώνοντας την άποψη ότι πολλές φορές «επιλέγουμε την ασθένειά μας»:
(σελ. 147:
-Αν έχω όφελος απ’ αυτήν την αθλιότητα; Εσείς λέτε ότι οι κρίσεις προκαλούνται από την ψυχική πίεση, αλλά καμιά φορά ισχύει το αντίθετο- οι κρίσεις διώχνουν την πίεση. Η δουλειά μού προκαλεί μεγάλη ψυχική επιβάρυνση. Απαιτεί να έρχομαι πρόσωπο με πρόσωπο με τη σκοτεινή πλευρά της ύπαρξης, και η κρίση της ημικρανίας, όσο φρικτή κι αν είναι, μπορεί να είναι ένας καθαρτικός σπασμός, που μου επιτρέπει να συνεχίσω.
(…)Έχω όφελος από τη κακή μου όραση. Εδώ και χρόνια δε μπορώ να διαβάσω τις σκέψεις άλλων διανοητών. Γράφω με αίμα, κι η καλύτερη αλήθεια είναι η αιματηρή αλήθεια!
Ο Νίτσε αποσβολώνει τον Μπρόιερ απαριθμώντας κι άλλες ωφέλειες από την αρρώστια του (ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη άχαρη πανεπιστημιακή καριέρα, ότι απαλλάχτηκε από το στρατό, όπου σκεφτόταν κάποτε να σταδιοδρομήσει, ότι απαλλάχτηκε από το σεξουαλικό πόθο) καταλήγοντας στο συγκλονιστικό:
Η αρρώστια μου μ’ έφερε επίσης πρόσωπο με πρόσωπο με την πραγματικότητα του θανάτου. Το φάσμα του επερχόμενου θανάτου ήταν μεγάλο κέρδος: δούλευα χωρίς ανάπαυση γιατί φοβόμουν ότι θα πέθαινα πριν τελειώσω αυτά που πρέπει να γράψω. Η γεύση του θανάτου στο στόμα μου μού έδινε προοπτική και θάρρος. Το θάρρος να είμαι ο εαυτός μου, αυτό είναι το σημαντικό.
(…) Θα έπρεπε να ευλογώ την αρρώστια μου, να την ευλογώ πραγματικά. (…) Θυμάστε την Τετάρτη, τη γρανιτένια μου πρόταση: «Γίνε αυτός που είσαι;» σήμερα θα σας πω τη δεύτερη γρανιτένια μου πρόταση: «Ό, τι δε με σκοτώνει με κάνει πιο δυνατό». Γι’ αυτό, το ξαναλέω, «Η αρρώστια μου είναι ευλογία».
Οι γρίφοι που βάζει ως εμπόδιο ο Νίτσε στον Μπρόιερ προκαλούν το πνεύμα του τελευταίου:
-Ένας άνθρωπος επιλέγει ακούσια την αρρώστια, επιλέγοντας έναν τρόπο ζωής που δημιουργεί πιέσεις. Όταν αυτές οι πιέσεις μεγαλώνουν ή χρονίζουν αρκετά, θέτουν με τη σειρά τους σε κίνηση κάποιο ευαίσθητο σύστημα οργάνων- στην περίπτωση της ημικρανίας, το αγγειακό σύστημα. Άρα, όπως βλέπετε, μιλώ για έμμεση επιλογή. Δεν προτιμάμε, ούτε επιλέγουμε, με τη στενή έννοια, μια πάθηση. Επιλέγουμε, όπως, την ψυχική πίεση, -και η ψυχική πίεση είναι αυτή που επιλέγει την αρρώστια!
Όταν έκλαψε ο Νίτσε